- ομοιοταχως
- ὁμοιοταχῶςὁμοιο-τᾰχῶςс такой же скоростью
(κινεῖσθαι Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(κινεῖσθαι Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὁμοιοταχῶς — ὁμοιοταχής moving with equal velocity adverbial (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ομοιοταχής — ὁμοιοταχής, ές (Α) αυτός που κινείται με την ίδια ταχύτητα σε σχέση με έναν άλλο, ισοταχής. επίρρ... ὁμοιοταχῶς (Α) με την ίδια ταχύτητα, ισοταχώς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο) * + ταχής (< τάχος)] … Dictionary of Greek